Του Απόστολου Σκουρουπάτη
Αντιπρόεδρος ΠΟΕΔ – Μέλος Κ.Γ. Προοδευτικής Κίνησης Δασκάλων και Νηπιαγωγών
Όταν στις 13 Μαρτίου 2020, ανακοινώθηκε η πρώτη αναστολή λειτουργίας των δημόσιων σχολείων, όλοι μας ζητούσαμε πλάνο, στρατηγική και ξεκάθαρες οδηγίες από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Τότε εισπράξαμε ένα πρωτοφανές ρεσιτάλ προχειρότητας και κακού προγραμματισμού. Οι πρωτόγνωρες συνθήκες ελέω πανδημίας χρησιμοποιήθηκαν έντεχνα ως άλλοθι για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα.
Την ώρα που με επιμονή απαιτούσαμε να προμηθευτούν και να στηριχτούν οι μαθητές μας και οι οικογένειες τους με τον απαιτούμενο τεχνολογικό εξοπλισμό για να εξασφαλιστεί τουλάχιστον η πρόσβαση στην «εξ αποστάσεως εκπαίδευση, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΑΝ αντί να εντοπίσει της αδυναμίες και να προσπαθήσει να τις καλύψει, επέλεξε το παιχνίδι του αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης, μέσα από μια προσπάθεια ωραιοποίησης της κατάστασης και απόκρυψης των πραγματικών προβλημάτων.
Ενώ τον περασμένο Μάιο οι εκπαιδευτικοί, οι σχολικές εφορείες, οι σύνδεσμοι γονέων και το προσωπικό των σχολικών μονάδων κατέβαλλαν υπερπροσπάθειες για να επαναλειτουργήσουν με ασφάλεια οι σχολικές μονάδες, ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποκάλεσε τους/τις εκπαιδευτικούς ως τον «αδύναμο κρίκο» της εκπαίδευσης, διαγράφοντας με μια μόνο φράση όλες τις θυσίες, τον μόχθο και τις ατέλειωτες ώρες που αφιέρωσαν οι εκπαιδευτικοί για να στηρίξουν με τα «γυμνά τους χέρια» τους μαθητές και τις μαθήτριές τους αλλά και τις οικογένειες αυτών.
Όταν τον περασμένο Ιούνη ζητήσαμε μείωση μαθητών, αναδιάρθρωση των μαθησιακών στόχων ανά ηλικία και γνωστικό αντικείμενο, αυξημένες ώρες ενισχυτικής διδασκαλίας και ειδικής εκπαίδευσης, επιπλέον ώρες στις σχολικές μας μονάδες για στήριξη των παιδιών και προειδοποιήσαμε για την αδήριτη ανάγκη αναβάθμισης, αντικατάστασης και κάλυψης των κενών του τεχνολογικού εξοπλισμού των σχολικών μας μονάδων, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΑΝ ασχολείτο με προτάσεις νόμου που θα της έδιναν υπερεξουσίες, βάσει των οποίων θα είχε τη δυνατότητα να επεκτείνει τις σχολικές χρονιές στα πλαίσια μιας αντιπαιδαγωγικής λογικής «ποσοτικοποίησης» της μαθησιακής διαδικασίας.
Και ενώ οι εκπαιδευτικοί σιωπηρά και αδιαμαρτύρητα είχαν αποδεχτεί τόσο την επέκταση της σχολικής χρονιάς μέχρι και το τέλος Ιουνίου, όσο και την πρόωρη έναρξη της φετινής σχολικής χρονιάς και συνέχισαν να απαιτούν τα αυτονόητα για τον Σεπτέμβρη – μείωση μαθητών, αναδιάρθρωση των μαθησιακών στόχων, τεχνολογικό εξοπλισμό, έγκαιρη στελέχωση κλπ-, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΑΝ μοίραζε ανέξοδα υποσχέσεις και εξαγγελίες για αναβαθμίσεις δικτύων, για τεχνολογικούς εξοπλισμούς, για μονά θρανία, για κλιματισμούς στις αίθουσες διδασκαλίας. Και μόλις δύο μέρες πριν την έναρξη της σχολικής χρονιάς, όταν ο ιός επανεμφανίστηκε και ανέτρεψε το “plan A” της κανονικής έναρξης και έπρεπε να εφαρμοστεί το περιβόητο “plan B”, τότε ξεκίνησε το τρέξιμο για τα σανίδια, τις περιβόητες «συνδέσεις» όπως τις ονόμασαν. Τότε η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΑΝ επικαλέστηκε τις καιρικές συνθήκες για να κερδίσει χρόνο, με αποτέλεσμα οι μαθητές/τριες να προσέλθουν στις σχολικές τάξεις μια βδομάδα αργότερα από την προγραμματισμένη έναρξη, στις 14Σεπτεμβρίου αντί στις 7 Σεπτεμβρίου.
Όταν τον Σεπτέμβρη συνεχίσαμε να απαιτούμε τεχνολογικό εξοπλισμό και αναβαθμίσεις στα σχολεία, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΑΝ συνέχισε το παιχνίδι της παραπλάνησης και της ωραιοποίησης μέσα από βαρύγδουπες δηλώσεις και υποσχέσεις, ανοίγοντας την ίδια στιγμή και το κεφάλαιο της «υβριδικής διδασκαλίας», δημιουργώντας ψεύτικες ελπίδες στην κοινή γνώμη.
Αποκορύφωμα όμως όλων ήταν η εξαγγελία της «κουβερτούλας» στις απαιτήσεις μας για λήψη επιπλέον μέτρων για τις ακατάλληλες συνθήκες διδασκαλίας κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών με τις κεντρικές θερμάνσεις σε λειτουργία και τα παράθυρα ανοικτά για αντιμετώπιση της εξάπλωσης της πανδημίας. Το ενδεχόμενο τοποθέτησης απλών συστημάτων εξαερισμού έστω στις σχολικές μονάδες των ορεινών περιοχών, ούτε καν τέθηκε στο τραπέζι για συζήτηση.
Όλο αυτό το διάστημα εισπράξαμε μόνο υποσχέσεις και εξαγγελίες για στήριξη των δημόσιων σχολείων. Πέραν από 116 επιπλέον σχολικές βοηθούς στα νηπιαγωγεία μας, μια μικρή βελτίωση στην πολιτική με την οποία αποστέλλονται αντικαταστάσεις και μερικές εκατοντάδες μονά θρανία έστω και με καθυστέρηση, καμία πολιτική απόφαση δεν έχει παρθεί που να φανερώνει όραμα, προγραμματισμό, και πραγματική θέληση για στήριξη του δημόσιου σχολείου. Κοντολογίς επιβιώνουμε με «πατσιαρίσματα».
Όσον αφορά την εκπαιδευτική διαδικασία, είναι κοινώς παραδεκτό ότι οι εκπαιδευτικοί αφέθηκαν εντελώς αβοήθητοι να στηρίξουν τους μαθητές, ειδικά εκείνες τις ομάδες του μαθητικού πληθυσμού που επηρεάστηκαν περισσότερο μαθησιακά από την αναστολή λειτουργίας των σχολείων. Αφέθηκαν μόνοι να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά, την στιγμή μάλιστα που η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΑΝ αφαιρούσε εκατοντάδες σημαντικές και αναγκαίες ώρες από το πρόγραμμα του λειτουργικού αλφαβητισμού και από τις ώρες στήριξης μαθητών με μεταναστευτική βιογραφία. Παράλληλα, αντί η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΑΝ να μεριμνήσει για την αναδιάρθρωση των μαθησιακών στόχων ανά γνωστικό αντικείμενο για κάθε τάξη έτσι ώστε να καλυφθούν τα όποια μαθησιακά κενά και ελλείψεις έχουν δημιουργηθεί, ασχολείται με πολιτικές ποσοτικοποίησης της μαθησιακής διαδικασίας.
Την τελευταία βδομάδα, έστω και καθυστερημένα, ο Υπουργός Παιδείας φαίνεται πως αντιλήφθηκε ότι τη δημόσια εκπαίδευση έσωσαν για άλλη μια φορά μόνοι τους οι εκπαιδευτικοί και τους συνεχάρη για την ακούραστη προσπάθεια που καταβάλλουν. Τα σχολεία μας για να παραμείνουν ζωντανά και ανοικτά χρειάζονται πολιτικές αποφάσεις που θα βλέπουν μπροστά και θα επενδύουν ουσιαστικά στην παιδεία. Αυτό θα είναι και το μεγαλύτερο «ευχαριστώ» προς ολόκληρο τον εκπαιδευτικό κόσμο. Οι πρόχειρες, ανέξοδες λύσεις που δεν αντιμετωπίζουν αλλά αγνοούν και επιχειρούν να κρύψουν τα προβλήματα, θα εγκυμονούν πάντα κινδύνους υποβάθμισης της δημόσιας εκπαίδευσης και θα δημιουργήσουν προϋποθέσεις για μια ακόμη αναστολή λειτουργίας των σχολείων. Έχει ανάγκη και η παιδεία από «στήριξη και επιδόματα», «επιδόματα» που θα δημιουργήσουν ελπίδα για την κοινωνία και το μέλλον του τόπου μας.