Να διασφαλιστεί άμεσα η απρόσκοπτη λειτουργία των σχολείων


Της Βιάνας Έρικσσον
Δημοτική Εκπαίδευση – Μέλος Προοδευτικής Κίνησης Δασκάλων και Νηπιαγωγών

 

Δεύτερο «σκληρό» λοκντάουν. Δεύτερη παρατεταμένη αναστολή λειτουργίας των σχολείων. Ξαναζήσαμε δυστυχώς τον περσινό Μάρτη, μόνο που αυτή τη φορά , αν και λιγότερης διάρκειας, νιώσαμε τον εγκλεισμό περισσότερο. Ενώ είχαμε ξεκινήσει τη φετινή χρονιά με την ευχή και προσδοκία για μια συνεχή, ομαλή και ολοκληρωμένη φοίτηση, δυστυχώς τα γεγονότα μας πρόλαβαν και μας διέψευσαν. Πιο προετοιμασμένοι για εξ αποστάσεως εκπαίδευση μεν, τα ίδια προβλήματα και δυσκολίες μπροστά μας δε. Ανεπάρκεια τεχνολογικού εξοπλισμού, προβλήματα δικτύωσης σχολείων, δυσκολίες προώθησης εκπαιδευτικού υλικού και ούτω καθεξής.

Υπερέβησαν εαυτόν οι εκπαιδευτικοί για να καταφέρουν να ανταποκριθούν στις εξ αποστάσεως ανάγκες μαθητών και μαθητριών τους και να τους/τις στηρίξουν ακαδημαϊκά, κοινωνικά, συναισθηματικά και όπως αλλιώς ένας/μια εκπαιδευτικός υπό τις περιστάσεις μπορεί. Υπερέβησαν εαυτόν και οι γονείς που ανέλαβαν επιπρόσθετα τον ρόλο του «σχολικού συνεργάτη» κατά τη διάρκεια της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης την ώρα που και οι ίδιοι εργάζονταν από το σπίτι.

Είναι κοινώς παραδεκτό ότι η εξ αποστάσεως εκπαίδευση δεν μπορεί να συγκριθεί σε καμία περίπτωση με τη δια ζώσης διδασκαλία και μάθηση. Ιδιαίτερα σε μικρότερες ηλικίες, η φυσική αλληλεπίδραση των ατόμων αποτελεί κλειδί για υγιή ανάπτυξη, κατανόηση, αφομοίωση και μάθηση. Εν τούτοις, πολύ δύσκολες αποφάσεις έχουν παρθεί για να διασφαλιστεί πρώτιστα η υγεία και ασφάλεια των πολιτών. Δεν επιχειρώ να κρίνω την ορθότητα των αποφάσεων αυτών. Αυτό θα το πράξουν οι ειδικοί μέσα από μελέτες, έρευνες και επιστημονικά δεδομένα τα επόμενα χρόνια. Δεν μπορώ ωστόσο παρά να προβλέψω μακροπρόθεσμα τις τραγικές συνέπειες της επαναλαμβανόμενης αναστολής των σχολείων στην ψυχοσυναισθηματική σύνθεση των παιδιών πρώτιστα αλλά και στην ακαδημαϊκή τους εξέλιξη και πορεία. Και είναι για αυτόν ακριβώς τον λόγο που αυτό το άρθρο αποτελεί κάλεσμα αφύπνισης προς τους αρμόδιους να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα και τις πιο θαρραλέες πολιτικές αποφάσεις ούτως ώστε να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη λειτουργία των σχολείων σε περίπτωση νέας έξαρσης του ιού.

Από τον περασμένο Μάρτιο, έχει δημιουργηθεί σε όλους μια περίεργη εμμονή με οτιδήποτε μπορεί να μετρηθεί ποσοτικά. Καθημερινά αναλύουμε γραφικές παραστάσεις και δεδομένα.  Μετρούμε αριθμό «κρουσμάτων» και αριθμό ύποπτων «κρουσμάτων». Μετρούμε αριθμό «επαφών» και αριθμό νεκρών. Μετρούμε δείκτες και «sms».  Μετρούμε αριθμό τεστ και αριθμό εμβολίων. Έχουμε καταντήσει εμμονικοί με οτιδήποτε είναι μετρήσιμο. Δυστυχώς αυτή η εμμονή ενισχύει και συντηρεί μια μονοδιάστατη οπτική των επιπτώσεων της πανδημίας και μας εμποδίζει να συζητήσουμε ανοικτά και ειλικρινά για όλα αυτά που δυστυχώς δεν είναι μετρήσιμα. Ένα χρόνο μετά τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης της πανδημίας και η ψυχική υγεία των παιδιών, η απομόνωση των εφήβων, η ενδοοικογενειακή βία, οι ανισότητες, οι δεξιότητες των παιδιών, οι συμπεριφορικές δυσκολίες, οι συναισθηματικές επιπτώσεις αλλά και οι επιπτώσεις από την έλλειψη κοινωνικής αλληλεπίδρασης δεν έχουν καταγραφεί πουθενά. Έρευνες δείχνουν ότι οι ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες των παιδιών έχουν σημαντική επίδραση στη μετέπειτα ζωή τους ως ενήλικα άτομα. Αν μπορούσαμε να αναλύσουμε με γραφικές παραστάσεις και αριθμούς τις μακροπρόθεσμες συνέπειες όλων των παραγόντων που επηρεάζουν την υγιή, ψυχική και σωματική, ανάπτυξη των παιδιών ίσως κάναμε δεύτερες σκέψεις σχετικά με τις αποφάσεις που παίρνουμε εις βάρος της νέας γενιάς, της γενιάς που έχουμε ευθύνη ως ενήλικες να προστατεύσουμε.

Στα πλαίσια αυτής της πανδημίας έχουμε όλοι αποδείξει τη δύναμη και υπεροχή της ανθρώπινης ηθικής. Έχουμε αποδείξει ότι μπορούμε να θυσιάσουμε ατομικές ελευθερίες και αγαθά για να σώσουμε τη ζωή των συνανθρώπων μας. Το δίλημμα που τίθεται ωστόσο σήμερα μπροστά μας είναι πόσες ακόμα μακροπρόθεσμες συνέπειες στην υγεία των παιδιών είμαστε διαθετειμένοι να ρισκάρουμε. Η απάντηση στο πιο πάνω ερώτημα χρειάζεται ασφαλώς επιστημονική αλλά και ηθική καθοδήγηση αφού οι μελλοντικές επιπτώσεις δεν αφορούν μόνο στους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και τα παιδιά αλλά θα επηρεάσουν όλα τα συνυπάρχοντα μέλη της αυριανής κοινωνίας.

Tο ενδεχόμενο ενός τρίτου κύματος και μιας πιο επιθετικής εξάπλωσης του νέου στελέχους του ιού είναι πλέον ορατό. Αύριο εκπαιδευτικοί και παιδιά επιστρέφουν στις σχολικές τάξεις των δημοτικών σχολείων ακολουθώντας τα ενδεδειγμένα μέτρα αποστασιοποίησης και το αναθεωρημένο υγειονομικό πρωτόκολλο. Ένα πρωτόκολλο που ενώ ορίζει το 1 μέτρο ως την ελάχιστη επιτρεπόμενη απόσταση μεταξύ μαθητών, στην πράξη μετατρέπεται σε 70 εκατοστά εντός τάξης και σε 30 εκατοστά την ώρα του διαλείμματος. Διότι όσο αυστηρά κι αν προσπαθούν να τηρήσουν το πρωτόκολλο οι εκπαιδευτικοί στα σχολεία, τα παιδιά δεν μπορούν να εναντιωθούν στη φυσική τους ανάγκη για αλληλεπίδραση και κοινωνικοποίηση.

Σε περίπτωση που οι ειδικοί προβλέπουν το  παραμικρό ενδεχόμενο μιας τρίτης αναστολής της λειτουργίας των σχολείων, θεωρώ πρέπει άμεσα να παρθούν θαρραλέες πολιτικές αποφάσεις που να διασφαλίζουν πρώτιστα το συμφέρον του παιδιού ώστε τα δικαιώματα του να περιοριστούν στον ελάχιστο δυνατό βαθμό. Εκεί και όπου χρειάζεται, να υιοθετηθεί άμεσα το μοντέλο της εκ περιτροπής εκπαίδευσης για όσο καιρό χρειαστεί ώστε κάθε βδομάδα τα παιδιά να έρχονται σχολείο, έστω σε μικρότερες ομάδες. Να αξιοποιηθούν όλες οι υφιστάμενες αίθουσες στους σχολικούς χώρους, με πρόσληψη εκπαιδευτικού προσωπικού έτσι ώστε να μειωθεί ο αριθμός των μαθητών στις μεγάλες αριθμητικά τάξεις. Ο μικρότερος αριθμός μαθητών/τριών στην τάξη θα διασφαλίζει από τη μία πιο σωστή τήρηση αποστάσεων εντός και εκτός τάξης, θα ενισχύσει τη μαθησιακή διαδικασία δίδοντας περισσότερο εξατομικευμένο χρόνο σε κάθε παιδί εντός τάξης και θα επιτρέπει στα παιδια να κοινωνικοποιούνται και να συναναστρέφονται χωρίς τον κίνδυνο της επαναλαμβανόμενης, παρατεταμένης απομόνωσής τους.

Να κρατήσουμε τα σχολεία ανοικτά. Με κάθε τρόπο.

 

 

Αφήστε μια απάντηση